Σάββατο 24 Οκτωβρίου 2015

Tάσος Λειβαδίτης : Διαπιστώσεις- Ραψωδία της Οδύσσειας

Διαπιστώσεις

Οι ονειροπόλοι στέκονται πάντα στην άκρη γιατί μόνον από κει θα περάσει,
οι φτωχοί που τους ελεούν προσφέρουν μεγαλόψυχα τον εαυτό τους
οι λέξεις μεγαλώνουν μέσα σε βράδια λησμονιάς
γυναίκες σιδερώνουν τα ξένα ασπρόρουχα κι ύστερα
πηγαίνουν στην πόρτα και κλαίνε
κι αυτός που κάνει ένα μεγάλο κύκλο πριν πάει στο σπίτι του,
γιατί δεν θέλει ακόμα να το παραδεχτεί- όχι μη με ρωτάς ,
τίποτα δεν θα επανορθωθεί
παιδιά έρημα που φεύγουν αθόρυβα από την παιδική ηλικία
ανέμελα πουλιά που βρίσκονται έναν ολόκληρο χρόνο σε άδεια
τ' αγάλματα έχουν κι αυτά τις μελαγχολικές τους ώρες
ποιήματα-κλειδιά για την τρέλα ή τον ουρανό
η φήμη - αυτό το σφαγείο
ονειρεύομαι ένα νοσοκομείο για τ' άρρωστα παραμύθια,
κύκνους μες τα καπέλα των κατάδικων,
δάφνες για νικημένους,
εμείς οι ξεχασμένοι που μας αρκεί ένα χαμόγελο
για να περάσουμε τα σύνορα του κόσμου.
Αντίο, αντίο...Τίποτα δεν θα επανορθωθεί


25η Ραψωδία της Οδύσσειας (απόσπασμα)


Και νάμαι τώρα
διασχίζοντας το Άπειρο
πιο ανάλαφρος απ' τους τρελλούς και τα παιδιά,
η έλξη της γής δεν είναι παρά τα χέρια αυτού του τέρατος που λέγεται: χώμα
μα, να, 
η ταχύτητα ξυστρίζει το πετσί μου απ' την κόπρο της βαρύτητας,
ενώ σκυμένα πάνω μου τα ουράνια σώματα, 
σα νυστέρια
χειρουργούν το απόστημα
της προϊστορίας μου.

....

Α το θαυμαστό ταξίδι μου!
Βλάστηση από λάμψεις
εκρήξεις σιωπής
ήλιοι που δε βασίλευαν ποτέ, πυρπολώντας το κρανίο μου
με καινούργιες περηφάνειες,
γιγάντιες εικόνες τίναξαν στον αέρα
το φτωχό παλαιοπωλείο της μνήμης μου,
μετεωρίτες σαν ολοπόρφυρα πουλιά, σκοτάδια που τραγουδούσαν, τοπεία
 από αιώνια νεότητα --με τούτα τα λαχανιασμένα χέρια
θέρισα
της πρώτης αθωότητας τα γιασεμιά,
 κάτω απ' τα πόδια μου διαβαίνουν οι χιλιετητρίδες, 
ραχητικές βοιδάμαξες
φορτωμένες αγάλματα που πέθαναν,
και φθαρμένα σκηνικά από παλιές επαναστάσεις.


Ενώ σκυφτές στου γαλαξία τις όχθες
πλύστρες με κυκλώπεια χέρια
πλένουν μες στη λάμψη
τα λαρύγγια των ποιητών

Είδα τη μέρα σαν έναν καταράχτη χρυσά νομίσματα
ξεπληρώνοντας κάθε αυγή
όλα τα προαιώνια χρέη,
είδα τη νύχτα σα μια ζάχαρη από πεφτάστερα
να πέφτει μες το γάλα των παιδιών.
Είδα τη ζωή και το θάνατο να ρίχνονται στα ζάρια
στο απερίγραπτο παιχνίδι της αιωνιότητας
Και πάντα ο νικητής ήμουν εγώ. Εγώ που όλα τα γνώρισα
και τ'αγάπησα όλα. Εγώ
που θα ζήσω
και θα πεθάνω.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου