Τρίτη 25 Οκτωβρίου 2011

Στάθης Κουτσούνης


e-poema
λεία 
θέλω πάντα να με κοιτάζεις
σαν λύκαινα που επέζησε μόνη
μέσα στον άγριο χιονιά για βδομάδες
και κατεβαίνει πεινασμένη στην πόλη

τύχη
απελπισμένα  σε ήθελα
αλλά μπροστά μου υψώνονταν
εσώρουχα τείχη


αίμα

τα χείλη σου χίλιοι σφαγμένοι

Μίλτος Σαχτούρης-Τα δώρα



Σήμερα φόρεσα ένα
ζεστό κόκκινο αίμα
σήμερα οι άνθρωποι μ' αγαπούν
μια γυναίκα μου χαμογέλασε
ένα κορίτσι μου χάρισε ένα κοχύλι
ένα παιδί μου χάρισε ένα σφυρί

Σήμερα γονατίζω στο πεζοδρόμιο
καρφώνω πάνω στις πλάκες
τα γυμνά άσπρα ποδάρια των περαστικών
είναι όλοι τους δακρυσμένοι
όμως κανείς δεν τρομάζει
όλοι μείναν στις θέσεις που πρόφτασα
είναι όλοι τους δακρυσμένοι
όμως κοιτάζουν τις ουράνιες ρεκλάμες
και μια ζητιάνα που πουλάει τσουρέκια
στον ουρανό

Δυο άνθρωποι ψιθυρίζουν
τι κάνει την καρδιά μας καρφώνει;
ναι την καρδιά μας καρφώνει
ώστε λοιπόν είναι ποιητής

Τρίτη 18 Οκτωβρίου 2011

Στούς Απογόνους- Μπέρλοτ Μπρεχτ


(an die Nachgeborenen)

Bertolt Brecht

1

Αλήθεια ζω σε χρόνια σκοτεινά!
Η αθώα κουβέντα είναι ανόητη. Μέτωπο
Αρυτίδωτο μαρτυράει αδιαφορία. Αυτός
Που γελά το φοβερό μαντάτο
Ακόμα δεν το πήρε.

Τι χρόνια είναι τούτα οπού 'ναι σχεδόν
Έγκλημα να μιλάς για δέντρα,
Τι κρύβει μια σιωπή για μύρια κακουργήματα!
Αυτόν εκεί που ήσυχος το δρόμο διαβαίνει
Δεν τον φτάνουν οι φίλοι του
Που κινδυνεύουν; 

Είναι αλήθεια: ακόμα κερδίζω το ψωμί μου.
Πιστέψτε με όμως: αυτό είναι σύμπτωση μονάχα.
Τίποτα απ’ ό,τι κάνω δε μου δίνει το δικαίωμα να χορταίνω.
Τυχαία μόνο γλύτωσα. (Αν μ’ απαρνηθεί η τύχη μου
είμαι χαμένος).

Μου λένε: Φάε και πιες! Να’ σαι ευχαριστημένος που έχεις!
Πώς όμως να φάω και να πιω όταν
Το φαγητό μου τ’ αρπάζω απ' τον πεινασμένο και

Τον διψασμένο στερώ απ’ το νερό του;
Κι όμως τρώγω και πίνω.
Πρόθυμα σοφός θα γινόμουν.
Τα παλιά βιβλία ξηγάνε σοφός τι θα πει:
Σ’ απόσταση να στέκεις απ’ τους αγώνες στον κόσμο
Και το σύντομο βίο σου δίχως τρόμο να ζεις.
Να τα καταφέρνεις και δίχως τη βία,
Το κακό με καλό ν’ ανταποδίνεις,
Να μην ικανοποιείς τις επιθυμίες σου μα να τις λησμονάς,
Αυτό θα πει σοφός.
Όλα τούτα μου είναι αδύνατα.
Αλήθεια ζω σε χρόνια σκοτεινά!

Bertolt Brecht

Μτφρ. Πέτρου Μάρκαρη

Στα γυμνά περιβόλια της κωμωδίας- Νίκος Καρούζος


Η γλώσσα της ερημιάς μου

στεφανωμένος όπως είμαι στα μεσάνυχτα

με σκοτεινές φαντασίες

ο θείος περίγελως αντίκρυ στο μνήμα...

Και τη σελήνη βλέπω να ομορφαίνει

δέντρα γυναίκες όνειρα

τους τενεκέδες με τα σκουπίδια έξω στις πόρτες

ασήμι, ασήμι για να ελπίζουμε

κι όλα πάνε βαθιά στο τραγούδι.



Η ποίηση για μένα είναι μια ερυθρά περιουσία

και χαίρομαι σε χίλια χρόνια

κλαδεύω τα δύσκολα δέντρα των ονείρων

η γαλανή εναντίωση ψηλά

και μονάχος ο άδολος με πτηνά στα χέρια

συντυχαίνει τον Ελευθερωτή.



Στο ικρίωμα της ζωής

ανέβηκα και περιμένω τον αθώο δήμιο

με φέρατε σεις άνεμοι

και περιμένω τη λαμπερή καταιγίδα.

Μέσ’ στα δάση τρέχει πάντα το ελάφι μου

στους παιδικούς ύπνους αγγιγμένο.



Πώς θα πήγαινα στ’ άνθη χωρίς το κορμί

πώς θα χαιρόμουν απαρηγόρητος την ευωδιά τους

πώς θα γνώριζα τη θλίψη και τους ανέμους.

Είν’ αγαθό μεγάλο το κορμί

για να σπιθίζει ο μέσα πορφυρίτης.



Κελί γαλάζιο

κάθετη μοίρα σπαθίζοντας όλη την αγάπη

κ’ εγώ ανάποδα βλέπω τ’ αστέρια

σε τέτοιο σκοτεινό τροχό

πώς βρέθηκα δεμένος νύχτα

ο ουρανός ευωδερός κι ακράτητος ώς τη σελήνη.

Μαρία κόκκινη πού έχεις τα φτερά σου

για να πετάξεις τώρα με στιγμές από ηλιόχρυσο

με τη λαλιά την έβδομη στην άκρη του αετού

μ’ ένα θυσιαστήριο στα χέρια

τη βλασφημία στο λαιμό

τα λαμπερά σκαθάρια προς το στήθος

πού έχεις τα φτερά σου για να πας αλίμονο τόσο ψηλά

μ’ όλα τα χελιδόνια

με το δρακόντειο καλοκαίρι στα μαλλιά
τη δόξα μέσ’ στα μάτια.

Πέμπτη 13 Οκτωβρίου 2011

Μπέρλοχτ Μπρεχτ: “Όποιος σπίτι μένει σαν αρχίζει ο αγώνας”



Μπέρλοχτ Μπρεχτ

“Οποιος σπίτι μένει σαν αρχίζει ο αγώνας
Κι αφήνει άλλους ν’ αγωνιστούν για τη υποθεσή του
Πρέπει προετοιμασμένος να ‘ ναι : γιατί
΄Οποιος δεν έχει τον αγώνα μοιραστεί
Θα μοιραστεί την ήττα .
Ούτε μια φορά δεν αποφεύγει τον αγώνα
Αυτός που θέλει τον αγώνα ν’ αποφύγει : γιατί
Θ’ αγωνιστεί για την υπόθεση του εχτρού
΄Οποιος για τη δικιά του υπόθεση δεν έχει αγωνιστεί.”

«Εγκώμιο στον κομμουνισμό» 

Είναι λογικός, καθένας τον καταλαβαίνει. Ειν' εύκολος.
Μια και δεν είσαι εκμεταλλευτής, μπορείς να τον συλλάβεις.
Είναι καλός για σένα, μάθαινε γι' αυτόν.
Οι ηλίθιοι ηλίθιο τον αποκαλούνε, και οι βρομεροί τον λένε βρομερό.
Αυτός είναι ενάντια στη βρομιά και την ηλιθιότητα.
Οι εκμεταλλευτές έγκλημα τον ονοματίζουν.
Αλλά εμείς ξέρουμε:
Είναι το τέλος κάθε εγκλήματος.
Δεν είναι παραφροσύνη, μα
Το τέλος της παραφροσύνης.
Δεν είναι χάος
Μα η τάξη.
Είναι το απλό
Που είναι δύσκολο να γίνει.

Τετάρτη 12 Οκτωβρίου 2011

Δεινόσαυροι, Εμείς - Charles Bukowski (1920 – 1994), Eπίκαιρος όσο ποτέ!


Γεννημένοι έτσι


Μέσα σ’ αυτό


Ενώ οι δάσκαλοι με τις κιμωλίες χαμογελούν


Ενώ η Κυρία Θάνατος ξεκαρδίζεται


Ενώ τα ασανσέρ σπάνε


Ενώ τα πολιτικά τοπία διαλύονται


Ενώ ο υπάλληλος που σου γεμίζει τις σακούλες στο σουπερμάρκετ έχει πτυχίο κολεγίου


Ενώ το καλυμμένο με πετρέλαιο ψάρι φτύνει το...
 καλυμμένο με πετρέλαιο θύμα


Ενώ ο ήλιος έχει καλυφτεί με μάσκα


Είμαστε


Γεννημένοι έτσι


Μέσα σ’ αυτό


Μέσα σ’ αυτούς του προσεκτικά παράλογους πολέμους


Μέσα στη θέα σπασμένων τζαμιών βιομηχανιών της κενότητας


Μέσα σε μπαρ όπου οι άνθρωποι δεν μιλάνε πλέον μεταξύ τους


Μέσα σε γρονθοκοπήματα που τελειώνουν σε πυροβολισμούς ή μαχαιρώματα


Γεννημένοι μέσα σ’ αυτό


Μέσα σε νοσοκομεία που είναι τόσο ακριβά που είναι φτηνότερο να πεθάνεις


Μέσα σε δικηγόρους που χρεώνουν τόσο πολλά που είναι φτηνότερο να δηλώσεις ένοχος


Μέσα σε μια χώρα που οι φυλακές είναι γεμάτες και τα φρενοκομεία κλειστά


Μέσα σε ένα μέρος που οι μάζες ανυψώνουν τρελούς σε πλούσιους ήρωες


Γεννημένοι μέσα σ’ αυτό


Περπατώντας και ζώντας δια μέσου αυτού


Πεθαίνοντας εξαιτίας αυτού


Άλαλοι εξαιτίας αυτού


Ευνουχισμένοι


Ανήθικοι


Απόκληροι


Εξαιτίας αυτού


Ξεγελασμένοι από αυτό


Χρησιμοποιημένοι από αυτό


Νευριασμένοι από αυτό


Γίναμε τρελοί και αρρωστημένοι από αυτό


Γίναμε βίαιοι


Γίναμε απάνθρωποι


Από αυτό


Η καρδιά σκοτείνιασε


Τα δάχτυλα εκτείνονται προς το λαιμό


Το όπλο


Το μαχαίρι


Τη βόμβα


Τα δάχτυλα εκτείνονται προς έναν χωρίς απάντηση θεό


Τα δάχτυλα εκτείνονται προς το μπουκάλι


Το χάπι


Την σκόνη


Είμαστε γεννημένοι σ’ αυτή την θλιβερή νέκρα


Είμαστε γεννημένοι σε μια κυβέρνηση 60 χρόνων χρέους


Που σύντομα δεν θα είναι ικανή να πληρώσει ούτε τον τόκο αυτού του χρέους


Και οι τράπεζες θα καούν


Τα λεφτά θα είναι άχρηστα


Θα υπάρχει στα ανοιχτά και ατιμώρητα φόνος στους δρόμους


Θα υπάρχουν όπλα και περιπλανώμενες συμμορίες


Η γη θα είναι άχρηστη


Το φαγητό θα γίνει μια φθίνουσα απόδοση


Την πυρηνική ενέργεια θα την αναλάβουν οι πολλοί


Η γη θα σείεται διαρκώς από εκρήξεις


Άνθρωποι ρομπότ με ακτινοβολία θα παραφυλάνε ο ένας τον άλλο


Οι πλούσιοι και οι εκλεκτοί θα κοιτάνε από διαστημικές πλατφόρμες


Η κόλαση του Δάντη θα μοιάζει με παιδική χαρά


Ο ήλιος δεν θα είναι ορατός και θα είναι πάντα νύχτα


Τα δέντρα θα πεθάνουν


Όλη η βλάστηση θα πεθάνει


Άνθρωποι με ακτινοβολία θα τρώνε την σάρκα ανθρώπων με ακτινοβολία


Η θάλασσα θα δηλητηριαστεί


Οι λίμνες και τα ποτάμια θα εξαφανιστούν


Η βροχή θα είναι ο νέος χρυσός


Τα σάπια σώματα των ανθρώπων και των ζώων θα βρωμάνε στον σκοτεινό αέρα


Τους τελευταίους ελάχιστους επιζώντες θα τους προλάβουν νέες και αποτρόπαιες ασθένειες


Και οι διαστημικές πλατφόρμες θα καταστραφούν από την φθορά


Την εξάντληση των προμηθειών


Το φυσικό αποτέλεσμα της γενικής παρακμής


Και θα υπάρξει η πιο όμορφη ησυχία που ποτέ δεν ακούστηκε


Ο ήλιος ακόμα κρυμμένος εκεί


Περιμένοντας το επόμενο κεφάλαιο.

Τρίτη 11 Οκτωβρίου 2011

Εχω συλλάβει τη μορφή μου...-Οδ.Ελύτης


Εχω συλλάβει τη μορφή μου κάπου ανάμεσα σε μια θάλασσα, που ξεπροβάλει από το ασβεστοχρισμένο τοιχάκι μιας εκκλησιάς, και σ' ένα κορίτσι ξυπόλητο, που του σηκώνει ο άνεμος το ρούχο, μια στιγμή τύχης που αγωνίζομαι να αιχμαλωτίσω και της στήνω καρτέρι με λόγια ελληνικά.
....
Συχνά για να ακολουθήσεις την ευθεία οδό στην Ποίηση χρειάζεται να παίρνεις τις παρακαμπτήριες. Εχω χίλιες πίκρες για τα ποιήματα που έγραψα, δεν υπάρχει ουτ' ένα που να μ' αφήνει ορθόν, παρ' όλα αυτά ευλογώ την ώρα και τη στιγμή που έσπρωξαν το χέρι μου να τά γράψω, και μαλιστα να τα γράψω  έτσι κι όχι αλλιώς. Αλήθεια το λέω, κι ας μη θεωρηθεί ασέβεια, ότι αν ήταν άλλος ένας να κλάψει για τον μάταιο τούτο κόσμο, δεν πιστεύω πως θά' πιανα την πένα.Ειναι η εναντίωση που με τράβηξε.
.....Αν μίλησα στην αρχη για κορίτσι και για εκκλησιά με κίνδυνο να φανώ ελάχιστα σοβαρός είχα το λόγο μου. Θα ήθελα να τραβήξω το πρώτο μεσα στο δεύτερο για να το κάνω δικό μου, όχι διόλου για να σκανδαλίσω, αλλά για να ομολογήω πως ο έρωτας είναι ένας. Και, μαζί, για για να κάνω πιο πυκνό το ποίημα, που θέλω, με τις ημέρες του βίου μου, ν' αποτελώ.
Κλωνάρια ροδιάς θά' βλεπα τότε να ξεφυτρώνουν από το τέμπλο κι ο άνεμος να ψέλνει στο παραθυράκι με το κύμα όταν ο νοτιάς, πιο δυνατός, θα το βοηθούσε να καβαλήσει το πεζούλι. Σ' ένα τέτοιο πεζούλι αγγίχτηκα γυμνός κάποτε, κι ένιωσα να καθαρίζουνε τα σωθικά μου, σάμπως ο ασβέστης νά' χε διαπεράσει φύλλο-φύλλο με τις απολυμαντικές του ιδιότητες την καρδιά μου. Γι' αυτό δε φοβήθηκα ποτέ μου το βλέμμα το άγριο των Αγίων, το άγριο, βέβαια, όπως κάθε τι που φτάνει τ' Άφθαστα. Ήξερα ότι εφτανε ίσα-'ισα να αποκρυπτογραφεί τους Νόμους της φανταστικής μου πολιτείας και ν' αποκαλύπτει οτι είναι αυτή η έδρα της αθωότητας. Μην το πάρει κανενας για έπαρση. Δεν μιλώ για τον εαυτό μου. Μιλώ για όποιον νιώθει σαν τον εαυτό μου και δεν έχει αρκετή αφέλεια να τ' ομολογεί.


Αν υπάρχει συλλογίζομαι, για τον καθένα μας ένας  διαφορετικός προσωπικός Παράδεισος, ανεπανόρθωτα ο δικός μου θα πρεπει νά' ναι σπαρμένος με δέντρα λέξεων που τ' ασημώνει ο 'ανεμος καθώς λεύκες, από ανθρώπους που βλέπουν να επαναστρέφει επάνω τους το δίκιο που τους είχε αφαιρεθεί, από πουλιά που ακόμα και μέσα στην αλήθεια του θανάτου επιμένουν να κελαηδούν ελληνικά και να λέν "έρωτας", "έρωτας", "έρωτας"...