Τετάρτη 14 Σεπτεμβρίου 2011

Χαράλαμπος Παπαονησιφόρου, Ανέκδοτα Ποιήματα

ποιείν


H σάρκα αποχωρίζεται από το σώμα της,
Το σούρουπο, σαν σπόρος εκσφενδονίζεται,
στα ρημαγμένα χωράφια, που αδιάντροπα
χάσκουν αποκαμωμένα.
Τι να θρέψης; Τι να μαζέψεις;
Χρόνια Πολλά..! φώναξε ο αγροφύλακας…
Από το θεωρείο οι νεκροί μειδιούν.
Ε, αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει ποτέ.
Οι νεκροi…Νεκροί..
Οι ζωντανοί ….ηλίθιοι.
2. W.B.Y
Φορούσε ανάποδα τα μάτια, το βραδύ εκείνο
Που ξημέρωσε χωρίς τον ήλιο.
Διάβαζε ακατανόητες λέξεις από παιδικά
Παραμύθια
Κάτω από τις γριές λεύκες, χάραξε με μαχαιριές
το σώμα τ όνομα του
Θελτωρ….θελτωρ….
Η μνήμη των ματιών κορεστηκε.
Οι εικόνες μοιραία εξοστρακίζονται,
Τα πληρωμένα πάθη του, ενα ένα γεμίζουν
ατελεύτητα το κιβώτιο προσφορών.
Θελτωρ….θελτωρ….
Πειρασμός, ουκ εστιν..

3. Ρ.Ε
Το χαμόγελο της, την ώρα που η αγκαλιά
σου, δεν χωρά παρά μόνο εκείνη
Τα μάτια της, που ατενίζουν το κενό με ελπίδα
Δεν αμφιβάλλει, δεν μιλά, δεν αναπνέει…
Τα χέρια παρατημένα στο σώμα, πλήρη από αγάπη
Χορτασμένα, σχεδόν αχρείαστα
..Τα μπράτσα σου αγαπημένε σκιάζουν το φως,
που απροσκάλεστο ξεγελά τις γρίλιες..
Κλείνεις την Νυς στο σώμα σου, κοιτάς με δέος
την ευτυχία ξανά.να Καλπάζει, με το έρεβος
συνεπιβάτη.
4.Α.Ν
Όταν θα έρθω, θα πλυθώ,
να μην σου βρωμούν τα χνώτα
Θα λουστώ κιόλας, μην πληγωθείς
στα κομπιασμενα μου μαλλιά,
Λέω να σου χαρίσω το λουλούδι, που
μάδησα, μόλις χτες, Ίσως, τότε να με θέλεις.
Αν η τύχη το θελήσει, ίσως τότε να δακρύσεις.
5.Εκει
Την άφησα εκεί, στην πόρτα, σχεδόν γυμνή,
να περιμένει.
Έφυγα!
Να γυρίσω ούτε κουβέντα. Δεν το έλπιζα..
Πέρασαν μέρες, μήνες, χρόνια,.
Δυο σκυλιά, ένα γατί και καμπόσα χελιδόνια
Εκείνη αγέρωχη….Εκεί.
Κι ήρθε ο πόλεμος, πολύ το χιόνι και
Ο θάνατος.
Τα δέντρα καήκαν, τα νερά στέρεψαν, κι ο ουρανός
αποχώρησε.
Εκείνη δεν με λυπήθηκε.. και στέκει ακόμα Εκεί.
6.Ωρα 12,00
Αγάπη μου, ήρθε η ώρα.
Σ αποχαιρετώ.
Σηκώνω ψηλά το ποτήρι μου,
γα το ανεξίτηλο ύστατο αντίο.
Μοναδική μου αποσκευή η θύμηση
των φίλιων σου. Θα καρτερώ τον χρόνο
να περάσει, και το Φθινόπωρο, στην Γη
θα τα στρώσω με την πρώτη βροχή
να θρεψουν.
Μην κλαις .Όρκο μην πάρεις. χορό μην χορέψεις
Όταν περιπλανώμενος, πάλι θα επιστρέψω,
κέντησε, στο λαιμό σου, κομμάτι από τον
βράχο που παιδιά, μαζί σκαλίσαμε,.
Εγώ ,μια ανθοδέσμη θα κρατώ, ίδιο χρώμα
με τα φιλιά σου.
7.Γραμμα στον Γιαννη Ριτσο
Που να οδηγούν άραγε, τούτες οι
υγρές πατημασιές, από άμμο και
θαλασσινό νερό σχηματισμένες;
Ποιος, άραγε κρύβει με τα χέρια του
όλα τούτα τα νεκρά, ξεψυχισμένα φύλλα;
Περά για πέρα έως ότου αντέχει το νεφικο να κουβαλά
ο ήλιος καίει σε μια γωνιά τις απαντήσεις.
Αλήθεια, ποιος τολμά να αντιδράσει αλήθεια; ποιος να ζήσει
μπορεί, πέρα από τον ήλιο, πάνω απ τον ήλιο
μέσα στον ήλιο, Χωρίς τον ήλιο;
Αλήθεια, πέστε μου, Υπάρχει κανείς, ανάμεσα
στα φύλλα και τις
υγρές πατημασιές
Βιαστείτε, το νεφικό πλησιάζει. Δεν θα αργήσει,
θα σκεπάσει τον ήλιο.
8. Ταξίδι Ορφανό
Δεν είχα σκοπό να σου μιλήσω, για τις λεμονιές στην Λάπηθο.
Ούτε πάλι για το λαμπυρισμα της θάλασσας, στον κόλπο της Κερύνειας.
Είχα σκοπό, όλα τα μυστικά κι ανείπωτα να σου φανερώσω κι όσο χρειαστεί να καρτερώ τα γιασεμιά στο Bellapais ν ανθήσουν.
Θα σε φιλούσα τότε στα μαλλιά, θα σ έπαιρνα απ το χέρι,
και σαν ιπτάμενος σκιερ, θα σε ταξίδευα πάνω απ τις κόκκινες στέγες,
Τα κρύα νερά που αβίαστα αναβλύζουν ώριμα φρούτα στα δέντρα, τις πατημασιές που χαράζουν το χώμα, τα σκιάχτρα με τα κουρελιασμένα πουκάμισα, και τ αλώνια που ανέμελα τα αγόρια μεγαλώνουν.

9. Το Όνομα

Απόκρυφο τα όνομα, μην το ξεστομίσεις, Χάθηκε.
Ρίξε τα ζάρια, συγύρισε τ άστρα, αλλά κρυφο το όνομα. Κρυφό!
Τ ονομα να λες, με τ όνομα του,
Την γη να φωνάζεις γυναίκα σου,
Τα βουνά να τρομάζεις με ανεμηδες,
Των πόταμων τα νερά θαλασσινά, κι η Αλμύρα αλάτι
να γίνεται ,το αλάτι νερό να μην χορταίνει.
Τ Όνομα όμως Κρυφό, όσο η ζωή που κυνηγά την ζωή,
Κι ο θάνατος τον θάνατο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου