Ενα σπάνιο κείμενο του Ν.Καρούζου για την Τέχνη
Ο εικοστός αιώνας πλησιάζει πια στο χρονικό του τέλος. Η ιλιγγιώδης ανάπτυξη της τεχνικής, μαζί με τις κοινωνικές επαναστασεις και τις ριζικές μεταβολές εξουσίας σε όλα σχεδόν τα σημεια του πλανήτη, πρέπει να αναγνωρίσουμε πως είναι το κυριότερο χαρακτηιστικό της ιστορικης φυσιογνωμίας του. Τα μεγάλα επιτευγματα της τεχνικης περιβάλλουν τον άνθρωπο του αιώνα με ένα όλωσδιόλου κάλος, που όμως τον είχε μπερδέψει σε κάποιες περιπτωσεις, αναφορικά με τη διαλεχτική συνάρτηση ζωής και ποίησης (εννοώντας μ' αυτή την τελευταία λέξη και συνολικά την καλλιτεχνικη δημιουργία). Ηδη το πρώτο αισθητικό κίνημα του αιώνα μας, ο φουτουρισμός, εκφράζει αυτή τη σύγχυση. Θα τη σχολιάσουμε στη σύντομη τούτη ομιλία μας, αντιμετωπίζοντας ειδικα την ταραχώδη φουτουριστική λογική, για να ξεμπλέξουμε τα πράγματα. Στις 20 Φεβρουαρίου 1909 δημοσιεύτηκε στον Παρισινό Φιγκαρό το "μανιφέστο του Φουτουρισμού" με την υπογραφή του αρχηγού του κινήματος Φίλιππου Μαρινέττι(1876-1944), ενός δαιμόνιου και έξαλλου Ιταλού γεννημένου και μεγαλωμένου στην Αλεξάνδρεια. Σ' αυτό το μανιφέστο που είναι ένα φανταχτερό μίγμα "μηχανολατρείας", αντιπαρελθοντισμού και κακώς εννοούμενου Νιτσεισμού, διαβάζουμε στην υπ' αριθμόν 4 πρόταση:
"Διακηρυσσουμε πως η λαμπρότητα του κόσμου πλουτίστηκε με μια καινούργια ομορφιά: Την ομορφιά της ταχύτητας. Ενα αυτοκίνητο κούρσας(...), ένα αυτοκίνητο που μουγκρίζει τρέχοντας ωσάν βολίδα, είναι ωραιότερο από την Ν ί κ η τ η ς Σ α μ ο θ ρ ά κ η ς"
Ανεξάρτητα με τη δημιουργική ανάγκη της ποίησης -και πολύ σωστά- να προσαρμόζεται στις ανοδικά εξελισσόμενες μορφές της Ζωής και της Ιστορίας, η πρόταση του Μαρινεττι νοσεί και πάσχει λογικώς. H ζωή βέβαια εισχωρεί πάντοτε και καθοδηγεί την Ποίηση, προσφεροντας ή επιβάλοντας τα νεα στοιχεια της, μα όμως ειν' αδύνατον να αντικαταστήσει την ποίηση, που με τη σειρά της σφραγίζει τη ζωή πνευματικά και ανεπανάληπτα. Ο φουτουρισμός εδώ συγχέει δύο διαφορετικές κινήσεις, τις οπόιες κάνει η ανθρώπινη συνείδηση.
Στο χώρο της ζωής ανήκει η μία κινηση, εκείνη ακριβώς που εντάσσεται στη χρονικότητα, στις χρονικές εκφάνσεις της Ζωής, αρχίζοντας απ' τις βιολογικές αναγκαιότητες έως οποιαδήποτε επαναληπτική διαδικασία ατομικού ή κοινωνικού χαρακτηρα.
Στο χώρο της Ποίησης η άλλη κίνηση που κάνει η ανθρώπινη συνείδηση γίνεται προς τη μή-χρονικότητα, προς το μή επαναλαμβανόμενο, είναι δηλαδή μια κίνηση προς την ακινησία.. Για να μιλήσουμε στη γλώσσα της ψυχολογίας, είναι μια κίνηση προς την αθανασία, είναι μια εναντίωση στο θάνατο, προς κάθε φθαρτότητα. Ειπωμένο αυτό με σινιάλα φιλοσοφίας, σημαινει ξεκάθαρα πως η Ζωή είναι "Ηρακλείτεια", ενώ η Ποίηση είναι "ελεατική". Το αυτοκίνητο κούρσας-επανερχόμαστε στη διατύπωση του Μαρινεττι- δέν είναι πιο όμορφο από τη Νίκη της Σαμοθράκης, είναι μονάχα κάτι διάφορο απ' αυτήν.
Οταν ο Duchamp, μπερδεμένος κι αυτός επήρε μια ρόδα ποδηλάτου και την εξέθεσε, τότε αυτόματα η περίφημη εκείνη ρόδα έπαψε να είναι το εξάρτημα ενός ποδηλάτου και μεταμορφώθηκε ή μεταποιήθηκε σε έργο Τέχνης, γιατί η κίνηση αυτή της συνείδησης ήτανε κίνηση προς τη μη χρονικότητα, ητανε κίνηση προς την ακινησία, περιείχε την απαίτηση του ανεπανάληπτου. Το ίδιο θα λέγαμε για το ποίημα του Μαρινεττι με τίτλο "Στο αυτοκίνητο κούρσας", ένα ποίημα δοξολόγημα, η αξιολόγηση δεν έχει την ώρα τούτη σημασία, μας ενδιαφέρει απλώς η κίνηση που κάνει η συνείδηση με την Ποίηση. Το αυτοκίνητο κούρσας της πρώτης δεκαετίας του αιώνα, που έχει υπ' όψη του ο ποιητής, δεν υπάρχει πια σήμερα στην κίνηση της Ζωής, αναρίθμητα μεταγενέστερα μοντέλα το έβγαλαν απ' τη μέση. Το ποίημα ωστόσο του Μαρινέττι ως αξίωση του Ανεπανάληπτου δεν παραμερίζεται, δεν υπόκεται στις απορρίψεις του παράγοντα χρόνος. Διαβαζεται ή όχι, συγκινεί ή όχι, πάντως εμπεριέχει την αξίωση μιας αιωνιότητας. Αντίθετα, η Ζωή, σαν διάσταση της χρονικότητας, δεν παρουσιάζει για ό,τι την αποτελεί και τη συνθέτει τέτοιαν αξίωση. Κατ' αυτή την έννοια και μονο οφείλουμε να σκεφτόμαστε τη διαλεχτική σχέση ανάμεσα Ζωή και Ποίηση. Και έτσι η Νίκη της Σαμοθράκης, παρά τις ρητορείες του Μαρινέττι, δεν υποσκελίστηκε ποτέ και διόλου από την αστραφτερη γοητεία, την ήδη νενεκρωμένη, ενός αυτοκινήτου κούρσας της πρώτης δεκαετίας του εικοστού αιώνα. Συνεχίζει την ακινησία της αδιατάραχτη, μετέχει στις χιλιετίες της αυτή η Νίκη αρνούμενη συνολικά το Χρόνο, ενσωματώνεται στο "αίδιον" του Παρμενίδη. Δεν έχει καν σημασία η πιθανη κάποτε υλική καταστροφή της. Εκείνο που "σημαίνει" ειναι μονάχα η κίνηση που κάνει η ανθρώπινη συνείδηση μέσα απ' τις πραγματώσεις της Ποίησης. Πομπός και δέκτης, καλλιτέχνης και αποδέκτης του καλλιτεχνήματος, κάνουν αυτή την κίνηση προς το ακίνητο, "μεσ' το Άπειρο που ελευθερωνει" για να αναφερθούμε σε ενα στίχι του ίδιου του Μαρινεττι. Ποια λοιπόν εδώ η αντιδιαστολή; Χωρίς καμιάν αμφιβολία το πεπερασμένο των μορφών της κίνησης. Η αντιδιαστολή της Ζωής ωσάν κίνησης και των εποχών της ιστορικής πραγματικότητας. Nα σημειώσουμε ακόμη κάτι σ' ετούτη την ανάλυση. Πως διαβάζουμε ένα ποίημα; Πως το διαβάζει ο ποιητής και πως το διαβάζει ο αναγνώστης; Θα πρέπει να 'χουμε παρατηρήσει πως η ανάγνωση, είτε ρητορική και παλαιότροπη, είτε κουβεντιαστή και αφιλόδοξη,προκαλεί πάντοτε κάποιαν αλλοίωση στη φωνητική δομή του διαβάσματος. Θέλουμε να υπερβαίνουμε διαβάζοντας ένα ποιημα τους όρους της καθημερινής ομιλίας, εισάγουμε την υποσταση σε βούληση ιερατική ή το λιγότερο σε "φωνητικά αμετακίνητα". Τόσο ο ποιητής, όσο κι ο αναγνώστης, ανάγονται μ' αυτόνε τον τρόπο στην απάρνηση του χρονικού βάρους της ύπαρξης. Άλλωστε, κι από μονη της η λέξη απαγγελία, που σχετικά χρησιμοποιούμε, διαφορίζει την εσωτερική κατάσταση σε συσχετισμό με την απλή και τρέχουσα μεσα στις χρονικές ανάγκες της ζωής ομιλία, όποιες και να΄ναι. Στις θρησκευτικές τελετουργίες μονάχα θα διαπιστώσουμε ανάλογη μ' εκεινη της Ποίησης συνειδησιακή κίνηση, γιατί και το θρησκευτικό φαινόμενο τείνει προς τη μη χρονικότητα. Η διαλεχτική ενότητα Ζωής και Ποίησης εμφανίζει, κατά την ταπεινή μας αίσθηση και εννοιολογία,, την εικονα που προσπαθήσαμε να ιχνογραφήσουμε.. Η Τεχνική και οι μεγάλες της επιτυχίες, κυρίως όσες καλυτερεύουν τις συνθήκες της Ζωής και μας προτρέπουν -ευτυχώς- να οραματιζόμαστε το ανθρώπινο μέλλον όπως αξίζει στην πνευματική μας οντότητα, δεν είναι ολέθριο πραγμα. Η τέτοια στάση θα φανέρωνε σκέψη πισωδρομική και ακατανόητη. Η τεχνική εξέλιξη δεν είναι ελάττωμα του υπαρκτού πεπρωμένου, δεν είναι κατάρα της κοινωνικής πραγματικότητας, τουναντίον: ειναι δύναμη θαυμαστή που πρέπει όμως να την στρέψουμε καθολικά στη διάσταση πανανθρώπινου αφανισμού της δυστυχίας, και για να επιμείνουμε στους συλλογισμούς αυτής της εισηγησης: Η Τεχνική δεν πρεπει να συγχέεται με την Τέχνη, μολονότι μπορεί πια, και θα μπορεσει στο μέλλον ασφαλώς περισσοτερο, να συμβάλλει με τα μηχανικά της μέσα σε νεότροπες φασεις εκφραστικής, καθώς εκτεταμένα ήδη το βλέπουμε να συμβαίνει στην Αρχιτεκτονική, στη Μουσική, στη Ζωγραφική, και είναι θαυμάσιο. Η Τεχνική δεν έχει την υπαρξιακή σημασία που έχει η Τέχνη, και γι αυτόνε το λόγο δεν μπορεί ούτε να την εξουδετερώσει την τελεταία ουτε να την αντικαταστήσει, όπως ο Μαρινέττι στοχαζότανε αντιφάσκοντας με τον ποιητή εαυτό του. Ζωή και Ποίηση αλληλοσυμπληρώνονται στην αντίθεση χρόνου και αιωνιότητας. Η εικοστή μετά Χριστόν εκατονταετία ξεκινησε τις αισθητικές της ανησυχίες με μια πελώρια σύγχυση. Προσεγγίζει τώρα στη λήξη της, χωρίς πλέον ανόητους εκθαμβωτισμούς, ως προς τα εκπληχτικά τεχνικά άλματα. Θα λέγαμε κάτι πιο πολύ: Γνωρίζει τώρα βαθύτερα τη Ζωή και σηκώνει ψηλότερα το νόημα της Ποίησης.
http://me-klamena-megala.blogspot.gr/
ΑπάντησηΔιαγραφή